Πόσο συχνά εμφανίζεται η ενδομητρίωση;
Η ενδομητρίωση πιστεύεται ότι είναι η δεύτερη πιο συχνή γυναικολογική πάθηση. Περίπου 2/3 των γυναικών με ενδομητρίωση θα εμφανίσει συμπτώματα από τη νόσο. Επίσης , στις 10 γυναίκες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας, οι 5 έχουν ενδομητρίωση, ποσοστό πολύ υψηλό. Νέες έρευνες που διεξάγονται για την καλύτερη κατανόηση της νόσου δείχνουν μια αυξημένη κληρονομικότητα στις γυναίκες των οποίων οι μητέρες εμφάνισαν ενδομητρίωση κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Μολονότι η ενδομητρίωση επηρεάζει περίπου 157 εκατομμύρια γυναίκες παγκοσμίως, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να αποτελεί μία από τις πλέον υποδιαγνωσμένες νόσους, καθώς η πλειονότητα των γυναικών δεν αναζητά ποτέ ιατρική βοήθεια ή βιώνει μια απογοητευτική εμπειρία, με λανθασμένες διαγνώσεις ή αναποτελεσματικές θεραπείες. Σύμφωνα με τον οργανισμό FDA των ΗΠΑ, περίπου οι μισές ασθενείς με ενδομητρίωση χρειάστηκε να επισκεφθούν κατά μέσο όρο 5-6 γυναικολόγους για να φτάσουν σε διάγνωση, ενώ υπολογίζεται ότι η ενδομητρίωση αποτελεί μια νόσο που διαγιγνώσκεται σε πολύ προχωρημένο στάδιο, έως και 7 με 10 χρόνια από την εμφάνιση της.
Ποια είναι τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης;
Τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης σχετίζονται με τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και τη διαδικασία της εμμήνου ρύσεως και περιλαμβάνουν:
- Προβλήματα κατά την έμμηνο ρύση όπως:
- Δυσμηνόρροια
- Πόνο κατά την ούρηση ή την αφόδευση
- Δυσκοιλιότητα, διάρροια ή αίμα στα ούρα
- Ναυτία
- Μεγάλες ποσότητες αίματος. Πόνο που εντοπίζεται χαμηλά στην κοιλιά ή στη λεκάνη - Πόνο κατά τη διάρκεια ή μετά από σεξουαλική επαφή
- Προβλήματα γονιμότητας
- Γαστρεντερικά προβλήματα (εναλλαγή μεταξύ διάρροιας και δυσκοιλιότητας)
Ποιες μορφές ενδομητρίωσης υπάρχουν;
Ανάλογα με την επιφάνεια εμφύτευσης και ανάπτυξης της ενδομητρίωσης υπάρχουν τρεις βασικές μορφές ενδομητρίωσης:
- επιφανειακή περιτοναϊκή ενδομητρίωση, στην οποία οι αλλοιώσεις εμφανίζονται στο περιτόναιο
- ωοθηκική ενδομητρίωση(ή αλλιώς ωοθηκικό ενδομητρίωμα) που προκαλεί κύστες ωοθηκών με περιεχόμενο σοκολατοειδές, άλλοτε άλλου μεγέθους
- εν τω βάθει διηθητική ενδομητρίωση με προσβολή και διήθηση άλλων οργάνων της πυέλου (ιερομητρικοί σύνδεσμοι, ουροδόχος κύστη, έντερο, ουρητήρας)
- εξωγεννητική ενδομητρίωση (με προσβολή απομακρυσμένων οργάνων όπως ο πνεύμονας, το ήπαρ κι ο εγκέφαλος)
Η Αμερικανική Εταιρεία (ASRM) κατηγοριοποιεί την ενδομητρίωση σε τέσσερα στάδια (I, II, III και IV) σύμφωνα με τη χειρουργική αξιολόγηση του μεγέθους, της θέσης των ενδομητριωτικών αλλοιώσεων και της έκτασης των συμφύσεων.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία ενδομητρίωσης είναι η ενδομητρίωση του τοιχώματος της μήτρας, όταν έκτοπο ενδομήτριο διεισδύει στο εσωτερικό της, λαμβάνοντας την μορφή της «αδενομύωσης».
Η αδενομύωση συνυπάρχει συχνά με την ενδομητρίωση κι οδηγεί κι αυτή συχνά στη εκδήλωση κοιλιακού άλγους, υπογονιμότητας, δυσμηνόρροιας καθώς επίσης, και σε διαταραχές του κύκλου, έχοντας σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των ασθενών.
Διαγνωστική προσέγγιση
Σημαντικό ρόλο στη διάγνωση της ενδομητρίωσης διαδραματίζει η λήψη ενός ολοκληρωμένου ιστορικού και η ενδελεχής κλινική γυναικολογική εξέταση. Σε περιπτώσεις μάλιστα, υποψίας διηθητικής νόσου σε γειτονικά όργανα όπως το έντερο και το ορθό, ο ιατρός οφείλει, αφού ενημερώσει την ασθενή να διενεργήσει ψηφιακή εξέταση του ορθού. Επιπρόσθετα η υπερηχογραφική εξέταση μέσω του κολπικού ή/και κοιλιακού υπερήχου θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ για την ολοκληρωμένη απεικόνιση των οργάνων της πυελικής κοιλότητας και τη διάγνωση τυχόν ενδομητριωσικών αλλοιώσεων.
Σε κάποιες περιπτώσεις εξάλλου, ίσως απαιτηθεί και η υπερηχογραφική εξέταση των νεφρών ή η διενέργεια περαιτέρω εξετάσεων όπως η κολονοσκόπηση ή η χρήση αξονικής ή μαγνητικής τομογραφίας για την καλύτερη ακόμα απεικόνιση οργάνων, που δεν μπορούν να εξεταστούν με τις παραπάνω μεθόδους (ήπαρ, πνεύμονες, ανώτερη μοίρα του παχέος εντέρου).
Σε κάθε περίπτωση, η ενδομητρίωση και η αξιόπιστη διαγνωστική της προσπέλαση προϋποθέτει εκτός των διαγνωστικών μέσων και την εμπειρία του θεράποντος ιατρού σε όλες τις κλινικές εκφάνσεις της νόσου.
Πώς θεραπεύεται η ενδομητρίωση;
Η θεραπεία της ενδομητρίωσης μπορεί να είναι φαρμακευτική, χειρουργική ή συνδυασμός και των δύο. Το είδος της θεραπείας εξαρτάται από την ηλικία της ασθενούς, την επιθυμία για εγκυμοσύνη, την ένταση και διάρκεια των συμπτωμάτων, το στάδιο της νόσου και από το εάν πρόκειται για πρωτοπαθή νόσο ή υποτροπή.
Η φαρμακευτική (ορμονική) θεραπεία περιλαμβάνει φάρμακα που προκαλούν καταστολή της σύνθεσης των οιστρογόνων και αμηνόρροια, με αποτέλεσμα την ατροφία των ενδομητρικών εστιών. Η φαρμακευτική θεραπεία έχει ένδειξη σε ασθενείς χωρίς εκτεταμένες συμφύσεις και πρόβλημα γονιμότητας, καθώς και στην ανακούφιση των συμπτωμάτων (κυρίως του πόνου).
Στη φαρμακευτική θεραπεία περιλαμβάνονται πολλές φαρμακευτικές ουσίες: Τα αντισυλληπτικά δισκία, τα Προγεσταγόνα Νταναζόλη, Γκεστρινόνη, Μιφεπριστόνη, GnRH–Αγωνιστές.
Τα αντισυλληπτικά δισκία, τα οποία χρησιμοποιούνται σε πολλές περιπτώσεις, μπορεί να είναι αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης, μετά από συνεχή χορήγηση για 6-12 μήνες. Τα ποσοστά ανακούφισης των συμπτωμάτων (δυσμηνόρροιας, πυελικού άλγους) κυμαίνονται στο 60-95%.
Η χρήση των GnRH – αγωνιστών έχει σήμερα ευρεία εφαρμογή για την αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης. Η διάρκεια της θεραπείας είναι 6 μήνες και η δόση 3,75mg ανά μήνα, ή 11,25mg ανά τρίμηνο, ενδομυϊκά ή υποδόρια. Η χορήγησή τους έχει ως αποτέλεσμα αμηνόρροια και αναστρέψιμη ψευδοεμμηνόπαυση. Για την αντιμετώπιση των παρενεργειών τους (και κυρίως της απώλειας οστικής μάζας), προτείνεται η σύγχρονη χορήγηση χαμηλών δόσεων οιστρογόνων και προγεστερόνης (add-backtherapy).
Πότε έχει ένδειξη η χειρουργική θεραπεία της ενδομητρίωσης;
Η χειρουργική θεραπεία ενδείκνυται σε ασθενείς νεαρής ηλικίας που θέλουν να διατηρήσουν ή να βελτιώσουν την αναπαραγωγική τους ικανότητα και σε γυναίκες με υπογονιμότητα, που οφείλεται στην ενδομητρίωση. Επιπλέον ασθενείς με εν τω βάθει ενδομητρίωση ή ασθενείς που υποτροπιάζουν επωφελούνται των πλεονεκτημάτων μιας χειρουργικής θεραπείας. Θεραπεία εκλογής ή αλλιώς Gold standard αποτελεί η ενδοσκοπική χειρουργική (λαπαροσκόπηση ή ρομποτική χειρουργική), γιατί εμφανίζει πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις ανοικτές επεμβάσεις, όπως μικρότερη νοσηρότητα, λιγότερες πιθανότητες υποτροπής και μετεγχειρητικές συμφύσεις και άρα, καλύτερα ποσοστά γονιμότητας. Παρόλα αυτά, αποτελούν απαιτητικές επεμβάσεις κι απαιτούν υψηλό βαθμό δεξιότητας και μεγάλη εμπειρία από τον Χειρουργό-Γυναικολόγο, ο οποίος πρέπει να διαθέτει εξειδίκευση στις λαπαροσκοπικές επεμβάσεις.
Η χειρουργική θεραπεία αποβλέπει στην εξαίρεση ή καυτηρίαση όλων των ορατών εστιών της νόσου, τη λύση των συμφύσεων, την εξαίρεση ενδομητριωμάτων και την αποκατάσταση φυσιολογικών ανατομικών σχέσεων της πυέλου.
Τα αποτελέσματα της χειρουργικής θεραπείας της ενδομητρίωσης κυμαίνονται στο 60-80% όσον αφορά την ανακούφιση από τον πόνο και 60% ποσοστά εγκυμοσύνης (ελαφρά και μέτρια ενδομητρίωση). Τα υψηλότερα ποσοστά εγκυμοσύνης παρατηρούνται μέσα στον πρώτο χρόνο από την εφαρμογή της χειρουργικής θεραπείας.
Σε περιπτώσεις υπογονιμότητας και σε προχωρημένα στάδια της νόσου ( 3ου και 4ου βαθμού κατά την σταδιοποίηση της Αμερικανικής Εταιρείας ASRM) ενδεχομένως να κρίνεται απαραίτητη η άμεση εξωσωματική γονιμοποίηση.
Είναι δυνατή η επανεμφάνιση της ενδομητρίωσης;
Η ενδομητρίωση παρουσιάζει υψηλά ποσοστά υποτροπών. Το 10-20% των ασθενών θα έχει υποτροπή της νόσου σε ένα χρόνο (ανάλογα με το στάδιο) και 40% σε 5 χρόνια. Για τον περιορισμό των υποτροπών συνιστάται μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις η φαρμακευτική αγωγή με GnRH–αγωνιστές ή με διενογέστη (dienogest) μετά την επέμβαση. Η διενογέστη είναι ένα σύγχρονο προγεσταγόνο που λειτουργεί κατά τον ίδιο τρόπο με τη φυσική ορμόνη προγεστερόνη. Η μελέτη της αποτελεσματικότητας της διενογέστης σε μονοθεραπεία 2 mg ημερησίως κατέδειξε ανακούφιση από τα συμπτώματα (δυσμηνόρροια, δυσπαρευνία, διάχυτο άλγος υπογαστρίου και προεμμηνορρυσιακό άλγος). Συγκριτικά με τους GnRH-αγωνιστές, εμφάνισε μικρότερη συχνότητα εμμηνοπαυσιακών συμπτωμάτων, όπως εξάψεις, διαταραχές του ύπνου, ελάττωση της libido και κολπική ξηρότητα, ενώ, σε αντίθεση με τους GnRH-αγωνιστές, δεν εμφάνισε ουδεμία ελάττωση της οστικής πυκνότητας.
Η ενδομητρίωση μπορεί να αντιμετωπιστεί φαρμακευτικά, αλλά η χειρουργική αντιμετώπιση από εξειδικευμένες ομάδες είναι η μόνη μέθοδος πραγματικής ίασης. Με δεδομένο ότι οι γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση ζουν καθημερινά με πόνο, δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι η εμφάνιση της ενδομητρίωσης στη ζωή μιας γυναίκας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην καθημερινότητά της, επηρεάζοντας όλους τους τομείς της κοινωνικής, επαγγελματικής και προσωπικής της ζωής, καθώς και την ψυχική και σωματική της υγεία. Πέραν πάσης αμφιβολίας η έγκαιρη διάγνωση και αποκατάσταση των βλαβών της νόσου συμβάλλει στην πρόληψη της ενδομητρίωσης και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής πολλών γυναικών που πάσχουν απ’ αυτήν.