Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του ενδομητρίου;
Οι ακόλουθοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου:
- Υπερπλασία του ενδομητρίου
- Τα οιστρογόνα
- Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μόνο με οιστρογόνα:
- Ταμοξιφαίνη
- Η παχυσαρκία, η αύξηση βάρους, το μεταβολικό σύνδρομο και ο διαβήτης
- Γενετικοί παράγοντες
- Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
- Οι γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του ενδομητρίου
Υπάρχουν παράγοντες που μπορούν να ελαττώσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης του καρκίνου της μήτρας;
Κάποιοι παράγοντες που μπορούν να ελαττώσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης του καρκίνου της μήτρας είναι:
- Η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών για μεγάλο χρονικό διάστημα στις γυναίκες με ανωορρηκτικούς κύκλους
- Η άσκηση και η υγιεινή διατροφή
- Η μείωση της παχυσαρκίας
- Η αντιμετώπιση του διαβήτη
Πώς διαγιγνώσκεται ο καρκίνος του ενδομητρίου;
Το πιο συχνό σύμπτωμα που δίνει ο καρκίνος του ενδομητρίου είναι η αιμορραγία από τον κόλπο. Μετά το πέρας της εμμηνόπαυσης, κανονικά δεν θα πρέπει να υπάρχει αιμορραγία. Ταυτόχρονα, πριν την εμμηνόπαυση, η αιμορραγία ανάμεσα στην έμμηνο ρύση ή η ασυνήθιστη σοβαρή κολπική αιμορραγία κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως, οφείλει εξίσου να προειδοποιεί τις γυναίκες. Ο καρκίνος του ενδομητρίου δεν αποτελεί τη μοναδική ούτε την πιο συχνή αιτία αυτής της μορφής κολπικής αιμορραγίας. Για τον λόγο αυτό, οι γιατροί οφείλουν να προτείνουν και να παραπέμπουν τις ασθενείς σε περαιτέρω διαγνωστικές εξετάσεις.
Η διάγνωση του καρκίνου του ενδομητρίου βασίζεται στις παρακάτω εξετάσεις:
- Κλινική εξέταση
- Ακτινολογική εξέταση
- Ιστοπαθολογική εξέταση
Ποια είναι η σύγχρονη θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου του ενδομητρίου;
Η θεραπεία του καρκίνου του ενδομητρίου είναι κυρίως χειρουργική, ενώ άλλες θεραπείες, όπως η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία, που εφαρμόζονται μετά την επέμβαση, χαρακτηρίζονται ως επικουρικές (adjuvant) θεραπείες, επομένως εφαρμόζονται συνδυαστικά με τη χειρουργική επέμβαση.
Όσον αφορά τη χειρουργική επέμβαση, αυτή συνίσταται στην αφαίρεση της μήτρας, των δύο σαλπιγγικών σωλήνων και των ωοθηκών. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται υστερεκτομή, ενώ η αφαίρεση των δύο σαλπίγγων και των ωοθηκών αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοωοθηκεκτομή, ή διμερής σαλπιγγο-ωοθηκεκτομή. Ο ειδικός Γυναικολόγος-Ογκολόγος θα προβεί παράλληλα σε έκπλυση της περιτοναϊκής κοιλότητας, αν δεν υπάρχει ήδη ελεύθερο περιτοναϊκό υγρό, ώστε να αναζητηθούν πιθανά ελεύθερα καρκινικά κύτταρα στην κοιλιακή χώρα. Σε ορισμένους ιστολογικούς τύπους (π.χ. καρκινοσάρκωμα, ορώδης, διαυγοκυτταρικός) απαιτείται και επιπλεκτομή, δηλαδή η αφαίρεση του επιπλόου από την περιτοναική κοιλότητα.
Ποιος είναι ο ρόλος του λεμφαδένα-φρουρού;
Ένα σημαντικό και αμφιλεγόμενο ζήτημα είναι το κατά πόσο και σε ποια έκταση θα πρέπει να διενεργείται λεμφαδενικός καθαρισμός της πυέλου σε περιπτώσεις ιστολογικά διαγνωσμένου καρκίνου του ενδομητρίου.
Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα μελετών, η συστηματική αφαίρεση όλων των πυελικών και παρααορτικών λεμφαδένων, που είναι μακροσκοπικά μη διογκωμένοι σε ασθενείς με καρκίνο του ενδομητρίου χαμηλού ρίσκου (Στάδιο Ια, βαθμός κακοήθειας 1 ή 2, τύπου Ι ενδομητριοειδούς καρκίνου) δεν είναι πλέον ενδεδειγμένη. Αντίθετα η χρησιμότητα του λεμφαδένα φρουρού είναι πλέον μη αμφισβητήσιμη, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες ESMO-ESGO-ESTRO. Η χρήση του πράσινου ινδοκυανίνης (ICG) είναι μια ευρέως αποδεκτή τεχνική για την εντόπιση κι αφαίρεση του φρουρού λεμφαδένα στον καρκίνο του ενδομητρίου. Αρκετές μελέτες έχουν επιβεβαιώσει πολύ υψηλά ποσοστά στη διαγνωστική ακρίβεια αυτής της μεθόδου. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, τα υπάρχοντα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η χρήση του φρουρού λεμφαδένα, σχετίζεται με παρόμοια ογκολογικά αποτελέσματα, όπως η συστηματική λεμφαδενεκτομή αλλά και με σημαντική μείωση των επιπλοκών.
Καρκίνος του ενδομητρίου και λαπαροσκόπηση
Η ελάχιστα επεμβατική μέθοδος της λαπαροσκόπησης ωφελεί τους ασθενείς με πολλούς τρόπους. Οι ασθενείς που χειρουργούνται λαπαροσκοπικά έχουν πολύ συντομότερη παραμονή στο νοσοκομείο, μικρότερη απώλεια αίματος, λιγότερες συμφύσεις, και χαμηλότερη σε σύγκριση με τους ασθενείς που χειρουργούνται με τις ανοικτές επεμβάσεις. Τα πλεονεκτήματα αυτά ενισχύονται κι από το γεγονός ότι η ογκολογική ασφάλεια της λαπαροσκόπησης είναι εφάμιλλη, αν όχι καλύτερη, λόγω βελτιωμένης οπτικής ανάλυσης του χειρουργικού πεδίου με τις κάμερες πολύ υψηλής ευκρίνειας,έναντι του ανοικτού χειρουργείου. Αυτός είναι κι ο λόγος, που η λαπαροσκοπική ή η ρομποτική χειρουργική είναι πλέον η θεραπεία επιλογής για τον καρκίνο του ενδομητρίου.
Πρόσθετες θεραπείες μετά τη χειρουργική επέμβαση
Κάθε περίπτωση ασθενούς που χειρουργείται εξαιτίας καρκίνου του ενδομητρίου οφείλει να εξετάζεται ενδελεχώς σε Ογκολογικό Συμβούλιο, με τη συμμετοχή Γυναικολόγου Ογκολόγου, Παθολόγου Ογκολόγου, Ακτινοθεραπευτή και Παθολογοανατόμου. Στο συμβούλιο αυτό τίθεται το ερώτημα της περαιτέρω αγωγής της ασθενούς με βάση την τελική παθολογοανατομική έκθεση του ιστολογικού τύπου, του βαθμού διαφοροποίησης (Grading) της νόσου, της λεμφαδενικής συμμετοχής και το τελικό χειρουργικό στάδιο της νόσου.
Οι δυνατές επιλογές στη συμπληρωματική μετεγχειρητική αγωγή των ασθενών με καρκίνο του ενδομητρίου περιλαμβάνουν:
- Παρακολούθηση ανά τακτά χρονικά διαστήματα
- Επικουρική κολπική βραχυθεραπεία
- Επικουρική εξωτερική ακτινοθεραπεία της πυέλου
- Επικουρική χημειοθεραπεία
Αξίζει να σημειωθεί ότι η επικουρική ακτινοθεραπεία, είτε κολπική είτε εξωτερική, παρέχει προστασία από την τοπική υποτροπή του όγκου στην περιοχή της πυέλου. Αντίθετα, η χημειοθεραπεία δρα προληπτικά κατά της εξάπλωσης της νόσου πέρα από την πύελο.
Καρκίνος μήτρας και προσδόκιμο ζωής
Πολλές μελέτες έχουν δείξει πως σε γυναίκες με γυναικολογικό καρκίνο, όταν αυτός αντιμετωπίζεται από εξειδικευμένη χειρουργική ομάδα, το προσδόκιμο επιβίωσής τους αυξάνεται εντυπωσιακά. Επίσης, όταν τα περιστατικά αυτά παρουσιάζονται σε Ογκολογικά Συμβούλια, μπορεί να εξασφαλιστεί μια εξατομικευμένη και πιστή στις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες αντιμετώπιση της εκάστοτε ασθενούς.
Το προσδόκιμο ζωής μιας γυναίκας με καρκίνο της μήτρας εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το στάδιο της νόσου κατά τη διάγνωση, η ηλικία, η γενική κατάσταση της υγείας της και η θεραπευτική προσέγγιση. Σε πρώιμα στάδια (1 ή 2), όπου ο καρκίνος περιορίζεται στη μήτρα, τα ποσοστά 5ετούς επιβίωσης είναι ιδιαίτερα υψηλά, φτάνοντας το 80-90%. Σε προχωρημένα στάδια (3 ή 4), όπου η νόσος έχει εξαπλωθεί πέρα από τη μήτρα, τα ποσοστά επιβίωσης μειώνονται. Ωστόσο, οι θεραπείες, όπως η χειρουργική αφαίρεση, η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία, μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και στην παράταση της επιβίωσης.
Καρκίνος μήτρας και μεταστάσεις
Σε σύγκριση με άλλους γυναικολογικούς καρκίνους, όπως ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας, ο καρκίνος του ενδομητρίου είναι λιγότερο συχνός και συνήθως χαρακτηρίζεται από μικρότερη επιθετικότητα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, διαγιγνώσκεται σε αρχικό στάδιο, γεγονός που οδηγεί σε υψηλά ποσοστά επιτυχούς θεραπείας, καθώς σπάνια εμφανίζει μεταστάσεις.
Παρόλα αυτά, η πιθανότητα λεμφαδενικών μεταστάσεων καθιστά τη λεμφαδενεκτομή σημαντική για την ιστολογική αξιολόγηση. Η ανάλυση των εξαιρεθέντων λεμφαδένων παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για την πρόγνωση της ασθενούς και καθοδηγεί την επιλογή της επικουρικής θεραπείας. Ανάλογα με τον ιστολογικό τύπο, τον βαθμό διαφοροποίησης του όγκου (grade) και τα ευρήματα από απεικονιστικές ή διεγχειρητικές μεθόδους, μπορεί να κριθεί απαραίτητη η αφαίρεση λεμφαδένων της πυέλου (κοινοί, έξω και έσω λαγόνιοι, θυρεοειδείς) και, σε ορισμένες περιπτώσεις, παραορτικών λεμφαδένων έως το επίπεδο των νεφρικών αγγείων.
Σε περίπτωση που ο καρκίνος επιστρέψει ως υποτροπή με μετάσταση, οι διαθέσιμες επιλογές είναι χημειοθεραπεία και ορμονοθεραπεία. Οι αποφάσεις για τη χημειοθεραπεία λαμβάνονται πάντα αφού πρώτα εξεταστούν τα αναμενόμενα οφέλη και οι παρενέργειές της.