• Ραβινέ 9, Κολωνάκι
  • Σαλαμίνος 146 & Α. Ρούσου, Μέγαρα
  • Ερυθρού Σταυρού 6, Μαρούσι
  • 6988636932

Καρκίνος του ενδομητρίου

Τι είναι ο καρκίνος του ενδομητρίου;

Ο καρκίνος του ενδομητρίου της μήτρας είναι ο συχνότερος γυναικολογικός καρκίνος της πυέλου στις αναπτυγμένες χώρες. Ο καρκίνος ενδομητρίου αναπτύσσεται στον ιστό που επενδύει τη μήτρα (το μικρό, κοίλο, σε σχήμα αχλαδιού όργανο στη λεκάνη μιας γυναίκας, μέσα στο οποίο αναπτύσσεται το έμβρυο). Οι περισσότεροι καρκίνοι του ενδομητρίου είναι αδενοκαρκινώματα (καρκίνοι που αναπτύσσονται στα κύτταρα που δημιουργούν και απελευθερώνουν βλέννα και άλλες ουσίες).

Στην Ευρώπη, 1 έως 2 κάθε 100 εκατό γυναίκες θα αναπτύξουν καρκίνο του ενδομητρίου σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πάνω από 88.000 γυναίκες διαγιγνώσκονται με καρκίνο του ενδομητρίου κάθε χρόνο. Είναι η έβδομη πλέον κοινή αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες της Δυτικής Ευρώπης.

Ο καρκίνος του ενδομητρίου εμφανίζεται συνήθως σε γυναίκες που είναι άνω των 50 ετών και επομένως, βρίσκονται στην εμμηνόπαυση. Εν τούτοις, άνω του 25% των περιπτώσεων μπορεί να εμφανιστεί και πριν από την εμμηνόπαυση. Κατά τη διάγνωση, περίπου το 75% των γυναικών έχουν καρκίνο που περιορίζεται στη μήτρα (στάδιο Ι). Τα ποσοστά συνολικής επιβίωσης είναι υψηλά στο στάδιο Ι της νόσου: πάνω από το 90% των ασθενών είναι απαλλαγμένες από τη νόσο πέντε έτη μετά τη χειρουργική επέμβαση.

Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του ενδομητρίου;

Οι ακόλουθοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου:

Υπερπλασία του ενδομητρίου

Η υπερπλασία του ενδομητρίου είναι μια ανώμαλη πάχυνση του ενδομητρίου (επένδυση της μήτρας). Δεν είναι καρκίνος, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο του ενδομητρίου.

Τα οιστρογόνα

Το οιστρογόνο είναι μια ορμόνη που παράγεται από το σώμα. Βοηθά το σώμα να αναπτύξει και να διατηρήσει τα χαρακτηριστικά του γυναικείου φύλου. Το οιστρογόνο μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη ορισμένων καρκίνων, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του ενδομητρίου.

Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μόνο με οιστρογόνα:

Μπορεί να χορηγηθεί οιστρογόνο για να αντικαταστήσει το οιστρογόνο που δεν παράγεται πλέον από τις ωοθήκες σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ή γυναίκες των οποίων οι ωοθήκες έχουν αφαιρεθεί. Αυτό ονομάζεται θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (HRT) ή ορμονική θεραπεία (HT). Η χρήση HRT που περιέχει μόνο οιστρογόνα αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου και υπερπλασίας του ενδομητρίου. Για το λόγο αυτό, η θεραπεία μόνο με οιστρογόνα συνταγογραφείται μόνο για γυναίκες που δεν έχουν μήτρα. Η HRT που περιέχει μόνο οιστρογόνα αυξάνει επίσης τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και θρόμβων αίματος. Όταν το οιστρογόνο συνδυάζεται με την προγεστίνη (άλλη ορμόνη), ονομάζεται συνδυασμός θεραπείας αντικατάστασης οιστρογόνου-προγεστίνης. Για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η λήψη οιστρογόνων σε συνδυασμό με προγεστίνη δεν αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του ενδομητρίου, αλλά αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.

  1. Πρώιμη εμμηνόρροια: Η αρχή της εμμήνου ρύσεως σε νεαρή ηλικία αυξάνει τον αριθμό των ετών που το σώμα εκτίθεται σε οιστρογόνα και αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του ενδομητρίου.
  2. Ύστερη εμμηνόπαυση: Οι γυναίκες που φθάνουν στην εμμηνόπαυση σε μεγαλύτερη ηλικία εκτίθενται σε οιστρογόνα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και έχουν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου.
  3. Μη ύπαρξη εγκυμοσύνης: Επειδή τα επίπεδα των οιστρογόνων είναι χαμηλότερα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, οι γυναίκες που δεν έχουν ποτέ μείνει έγκυες εκτίθενται σε οιστρογόνα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τις έγκυες γυναίκες. Αυτό αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου.

Ταμοξιφαίνη

Η ταμοξιφαίνη ανήκει σε μια ομάδα φαρμάκων που ονομάζονται εκλεκτικοί ρυθμιστές υποδοχέα οιστρογόνου ή SERMs. Η ταμοξιφαίνη δρα ως οιστρογόνο σε ορισμένους ιστούς του σώματος, όπως η μήτρα, αλλά μπλοκάρει τις επιδράσεις του οιστρογόνου σε άλλους ιστούς, όπως ο μαστός. Το Tamoxifen χρησιμοποιείται για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού σε γυναίκες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο για τη νόσο. Ωστόσο, η χρήση ταμοξιφαίνης για περισσότερο από 2 χρόνια αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου. Αυτός ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

Η ραλοξιφαίνη είναι ένας SERM που χρησιμοποιείται για την πρόληψη της αδυναμίας των οστών σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Ωστόσο, δεν έχει οιστρογονικές επιδράσεις στη μήτρα και δεν έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου.

Η Παχυσαρκία, η αύξηση βάρους, το μεταβολικό σύνδρομο και ο διαβήτης

Η παχυσαρκία, η αύξηση του βάρους ως ενήλικας ή η εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου. Η παχυσαρκία σχετίζεται με άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως τα υψηλά επίπεδα οιστρογόνων, το επιπλέον λίπος γύρω από τη μέση, το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας.

Γενετικοί παράγοντες

Το σύνδρομο κληρονομικής μη-πολυποδιακού oρθοκολικού καρκίνου του παχέος εντέρου (HNPCC) (επίσης γνωστό ως σύνδρομο Lynch) είναι μια κληρονομική διαταραχή που προκαλείται από αλλαγές σε ορισμένα γονίδια. Οι γυναίκες που έχουν σύνδρομο HNPCC έχουν πολύ υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του ενδομητρίου από τις γυναίκες που δεν έχουν σύνδρομο HNPCC.

Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (διαταραχή των ορμονών που παράγονται από τις ωοθήκες) και το σύνδρομο Cowden είναι κληρονομικές καταστάσεις που συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου.

Οι γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του ενδομητρίου σε συγγενή πρώτου βαθμού (μητέρα, αδελφή ή κόρη) βρίσκονται επίσης σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του ενδομητρίου.

Υπάρχουν παράγοντες που μπορούν να ελαττώσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης του καρκίνου της μήτρας;

Παράγοντες που ελαττώνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης του καρκίνου της μήτρας είναι:

  • Η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών για μεγάλο χρονικό διάστημα στις γυναίκες με ανωορρηκτικούς κύκλους.
  • Η άσκηση και η υγιεινή διατροφή
  • Η αποφυγή της παχυσαρκίας
  • Η αντιμετώπιση του διαβήτη

Πώς διαγιγνώσκεται ο καρκίνος του ενδομητρίου;

Η πλέον συχνή ένδειξη του καρκίνου του ενδομητρίου είναι η αιμορραγία από τον κόλπο. Μετά την εμμηνόπαυση, δεν θα πρέπει να υπάρχει αιμορραγία από τον κόλπο. Επομένως, η παρουσία αιμορραγίας δεν είναι φυσιολογική. Πριν την εμμηνόπαυση, η αιμορραγία ανάμεσα στην έμμηνο ρύση ή η ασυνήθιστη σοβαρή κολπική αιμορραγία κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως, θα πρέπει επίσης να προειδοποιεί τις γυναίκες να συμβουλεύονται τον γιατρό τους. Ο καρκίνος του ενδομητρίου δεν είναι η μόνη και πιο συχνή αιτία τέτοιας κολπικής αιμορραγίας και, ως εκ τούτου, οι γιατροί θα πρέπει να συστήνουν περαιτέρω εξετάσεις.

Η διάγνωση του καρκίνου του ενδομητρίου βασίζεται στις παρακάτω εξετάσεις:

Κλινική εξέταση:

Αυτή περιλαμβάνει τη γυναικολογική εξέταση για την εκτίμηση της θέσης και του μεγέθους του όγκου, καθώς και της εξάπλωσής του σε άλλα όργανα.

Ακτινολογική εξέταση:

Περιλαμβάνει την εξέταση της μήτρας με υπέρηχους. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται διακολπικό υπερηχογράφημα. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης μετράται το πάχος και αξιολογείται η ομοιομορφία και υπερηχομοιογένεια του ενδομητρίου. Εάν το πάχος είναι μεγαλύτερο από 3-4 mm, μπορεί να ληφθεί δείγμα από το ενδομήτριο (βιοψία). Μπορούν επιπλέον να απαιτηθούν περαιτέρω εξετάσεις όπως κοιλιακό υπερηχογράφημα και αξονική τομογραφία κοιλίας, προκειμένου να διαγνωσθεί εάν υπάρχουν μεταστάσεις. Εάν υπάρχει υποψία ότι ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί στον τράχηλο της μήτρας, θα πρέπει να απαιτηθεί μαγνητική τομογραφία (MRI).

Ιστοπαθολογική εξέταση:

 Πρόκειται για εργαστηριακή εξέταση των κυττάρων του όγκου, μετά την αφαίρεση δείγματος από τον όγκο (βιοψία). Η εργαστηριακή αυτή εξέταση γίνεται από παθολογοανατόμο, ο οποίος θα βεβαιώσει τη διάγνωση καρκίνου του ενδομητρίου και θα παράσχει περαιτέρω πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά του καρκίνου. Η βιοψία συνήθως λαμβάνεται με τη βοήθειας της υστεροσκόπησης και απόξεσης του ενδομητρίου.

Ποια είναι η σύγχρονη θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου του ενδομητρίου;

Η θεραπεία του καρκίνου του ενδομητρίου είναι καταρχάς χειρουργική. Η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία που εφαρμόζονται μετά από τη χειρουργική επέμβαση ονομάζονται επικουρικές (adjuvant) θεραπείες, που σημαίνει ότι εφαρμόζονται σε συνδυασμό με τη χειρουργική επέμβαση.

Η χειρουργική επέμβαση περιλαμβάνει την αφαίρεση της μήτρας, των δύο σαλπιγγικών σωλήνων και των ωοθηκών. Η αφαίρεση της μήτρας ονομάζεται υστερεκτομή και η αφαίρεση των δύο σαλπίγγων και των ωοθηκών ονομάζεται αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοωοθηκεκτομή, ή διμερής σαλπιγγο-ωοθηκεκτομή. Ταυτόχρονα, ο ειδικός Γυναικολόγος-Ογκολόγος θα προβεί σε έκπλυση της  περιτοναϊκής κοιλότητας, αν δεν υπάρχει ήδη ελεύθερο περιτοναϊκό υγρό, με σκοπό την αναζήτηση πιθανών ελεύθερων στην κοιλιακή χώρα καρκινικών κυττάρων. Σε ορισμένους ιστολογικούς τύπους (π.χ. ορώδης, διαυγοκυτταρικός, καρκινοσάρκωμα) απαιτείται και η αφαίρεση του επιπλόου (η λεγόμενη επιπλεκτομή) από την περιτοναική κοιλότητα.

Πότε χρειάζεται να αφαιρούνται οι λεμφαδένες (πυελικοί ή/και παρααορτικοί) στον καρκίνο του ενδομητρίου κι αν ναι σε ποια έκταση; Ποιος είναι ο ρόλος του λεμφαδένα-φρουρού;

Ένα ιδιαίτερο αμφιλεγόμενο ζήτημα αφορά στo αν και σε ποια έκταση χρειάζεται να πραγματοποιείται λεμφαδενικός καθαρισμός της πυέλου σε ιστολογικά διαγνωσμένο καρκίνο του ενδομητρίου.

Το βέβαιο είναι, ότι σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα τυχαιοποιημένων και πολυκεντρικών μελετών, η συστηματική αφαίρεση όλων των πυελικών και παρααορτικών λεμφαδένων, που είναι μακροσκοπικά μη διογκωμένοι σε ασθενείς με καρκίνο του ενδομητρίου χαμηλού ρίσκου (Στάδιο Ια, βαθμός κακοήθειας 1 ή 2, τύπου Ι ενδομητριοειδούς καρκίνου) δεν είναι πλέον ενδεδειγμένη. Αντίθετα η χρησιμότητα του λεμφαδένα φρουρού είναι πλέον μη αμφισβητήσιμη, έτσι ώστε σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες ESMO-ESGO-ESTRO η διερεύνηση των λεμφαδενικών μεταστάσεων με την τεχνική του λεμφαδένα – φρουρού να είναι απολύτως ογκολογικά ασφαλής. Η χρήση του πράσινου ινδοκυανίνης (ICG) είναι μια ευρέως αποδεκτή τεχνική για την εντόπιση κι αφαίρεση του φρουρού λεμφαδένα στον καρκίνο του ενδομητρίου. Αρκετές μελέτες έχουν επιβεβαιώσει πολύ υψηλά ποσοστά στη διαγνωστική ακρίβεια αυτής της μεθόδου. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, τα υπάρχοντα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η χρήση του φρουρού λεμφαδένα, σχετίζεται με παρόμοια ογκολογικά αποτελέσματα, όπως η συστηματική λεμφαδενεκτομή αλλά και με σημαντική μείωση των επιπλοκών.

Είναι η ελάχιστα επεμβατική μέθοδος της λαπαροσκόπησης η μέθοδος εκλογής στη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του ενδομητρίου;

Η ελάχιστα επεμβατική μέθοδος της λαπαροσκόπησης ωφελεί τους ασθενείς με πολλούς τρόπους. Οι ασθενείς που χειρουργούνται λαπαροσκοπικά έχουν πολύ συντομότερη παραμονή στο νοσοκομείο, μικρότερη απώλεια αίματος, λιγότερες συμφύσεις, και χαμηλότερη σε σύγκριση με τους ασθενείς που χειρουργούνται με τις ανοικτές επεμβάσεις. Τα πλεονεκτήματα αυτά ενισχύονται κι από το γεγονός ότι η ογκολογική ασφάλεια της λαπαροσκόπησης είναι εφάμιλλη, αν όχι καλύτερη, λόγω βελτιωμένης οπτικής ανάλυσης του χειρουργικού πεδίου με τις κάμερες πολύ υψηλής ευκρίνειας,έναντι του ανοικτού χειρουργείου. Αυτός είναι κι ο λόγος, που η λαπαροσκοπική ή η ρομποτική χειρουργική είναι πλέον η θεραπεία επιλογής για τον καρκίνο του ενδομητρίου.

Μετά τη χειρουργική επέμβαση υπάρχουν άλλες θεραπείες που πρέπει να ακολουθούν οι ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο του ενδομητρίου;

Κάθε περίπτωση ασθενούς που χειρουργείται εξαιτίας καρκίνου του ενδομητρίου οφείλει να εξετάζεται ενδελεχώς σε Ογκολογικό Συμβούλιο, με τη συμμετοχή Γυναικολόγου Ογκολόγου, Παθολόγου Ογκολόγου, Ακτινοθεραπευτή και Παθολογοανατόμου. Στο συμβούλιο αυτό τίθεται το ερώτημα της περαιτέρω αγωγής της ασθενούς με βάση την τελική παθολογοανατομική έκθεση του ιστολογικού τύπου, του βαθμού διαφοροποίησης (Grading) της νόσου, της λεμφαδενικής συμμετοχής  και το τελικό χειρουργικό στάδιο της νόσου.

Οι δυνατές επιλογές στη συμπληρωματική μετεγχειρητική αγωγή των ασθενών με καρκίνο του ενδομητρίου περιλαμβάνουν:

  • Μόνο Παρακολούθηση ανά τακτά χρονικά διαστήματα
  • Επικουρική κολπική βραχυθεραπεία
  • Επικουρική εξωτερική ακτινοθεραπεία της πυέλου
  • Επικουρική χημειοθεραπεία

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η επικουρική ακτινοθεραπεία, τόσο η κολπική όσο και η εξωτερική, προστατεύει έναντι της τοπικής (στην πύελο) υποτροπής του όγκου. Η χημειοθεραπεία προστατεύει έναντι της εξάπλωσης της νόσου εκτός της πυέλου.

Επικοινωνία

Είμαστε στη διάθεσή σας για κάθε πληροφορία ή διευκρίνιση σχετικά με τις ιατρικές μας υπηρεσίες.

Ραβινέ 9, Κολωνάκι, Αθήνα
210 7244600 , 6988636932

Σαλαμίνος 146 & Α. Ρούσου, Μέγαρα
22960 81970 , 6988636932

Ερυθρού Σταυρού 6, Μαρούσι
2106869691 , 6988636932

 

Κλείστε online ραντεβού